κοτόσουπα

κοτόσουπα
η
σούπα που παρασκευάζεται από ζωμό κότας.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • κοτόσουπα — η σούπα από κότα …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • κοττόσουπα — η βλ. κοτόσουπα …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”